Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ ο ΑΙΤΩΛΟΣ & Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΦΩΚΙΔΟΣ






ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ ο ΑΙΤΩΛΟΣ
&
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΦΩΚΙΔΟΣ
[1]
Γράφει ο: Ευθύμιος Ταλάντης
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Με τη βιογραφία του Αγίου ασχολήθηκαν αρκετοί ερευνητές, κοσμικοί, αλλά και ιερωμένοι θεολόγοι. Βέβαια, πολλές φορές διαφέρει η προσέγγιση των ιερωμένων θεολόγων, απ’ αυτή των κοσμικών βιογράφων. Οι μεν θεολόγοι επικεντρώνουν περισσότερο, στο πνευματικό έργο του Αγίου!… Και καλώς πράττουν. Οι δε δεύτεροι, μηδέ εμού εξαιρουμένου, εστιάζουν στα καθαρώς ιστορικά γεγονότα και την προσφορά του Αγίου στην υπόθεση του υπόδουλου γένους, κατά τη σκοτεινή περίοδο της τουρκοκρατίας, αφού ο ίδιος ο Άγιος υπήρξε προπομπός των αγωνιστών του 1821, όπου, με την ακράδαντο πίστη του στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, την απλότητα και τη δύναμη του φλογερού του κηρύγματος, ενέσπειρε τη φλόγα για το ποθούμενο, όπως αποκαλούσε την υπόθεση της ανεξαρτησίας του γένους, πριν ακόμα κι απ’ αυτόν τον μεγάλο αγωνιστή της ελευθερίας, το Ρήγα Φεραίο, τον επονομαζόμενο Βελεστινλή.
Το Ελληνορθόδοξο φρόνημα, ήταν αλληλένδετο για τον Άγιο. Και με τις διδαχές του κράτησε αδούλωτο το φρόνημα αυτό στο σκλαβωμένο γένος.
Απ’ τους πρώτους που κατέγραψαν το Βίο του Αγίου, ήταν οι μαθητές του, Σαπφείριος Χριστοδουλίδης, από το Γραμμένο της Ηπείρου και ο μάλλον Αλβανικής καταγωγής, Ζήκο Μπιστρέκης. Και οι δύο υπήρξαν αυτόπτες κι αυτήκοοι μάρτυρες της διδασκαλίας και των κηρυγμάτων του Αγίου, κατά τις περιοδείες του ανά την τότε τουρκοκρατούμενη Ελλάδα.
Η καταγραφή του Χριστοδουλίδη, υπό μορφή συναξαρίου, μαζί με την Ιερά Ακολουθία του Αγίου, που συνέταξε ο ίδιος, τυπώθηκε αρχικά στη Βενετία το 1814. Ανατυπώθηκε το 1850 στην Κεφαλονιά, το 1860 στο Βουκουρέστι, το 1878 στην Πάτρα. Ακολούθησαν κι άλλες ανατυπώσεις που μας δίνουν σήμερα αρκετά βιογραφικά στοιχεία, καθώς και πληροφορίες για την ιεραποστολική δράση που ανέπτυξε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, στα μέσα του δεκάτου ογδόου αιώνα.
Η καταγραφή του Ζήκο Μπιστρέκη, είναι ένα μαρτυρολόγιο. Περιγράφει εκτενώς το Μαρτυρικό τέλος του «Πατροκοσμά» και γράφτηκε το 1779, δηλαδή, αμέσως μετά τα γεγονότα του μαρτυρικού τέλους του Αγίου.
Όντας φυλακισμένος ο ίδιος ο Μπιστρέκης, ως μαθητής του Αγίου, απ’ τους Τουρκαλβανούς, στο μοναστήρι της Αρδονίτσας, κοντά στο χωριό Κολικοντάσι της Βορείου Ηπείρου, όπου έλαβε χώρα το Μαρτύριο του Αγίου, κατέγραψε με κάθε δυνατή λεπτομέρεια τις τελευταίες στιγμές της επίγειας ζωής του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Από την ιεραποστολική και διδασκαλική δράση του Αγίου, διασώθηκαν επίσης, αρκετές ιδιόχειρες επιστολές, οι οποίες δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς, από διάφορους ερευνητές, που ασχολήθηκαν με τη βιογραφία και την προσφορά του Αγίου στην εθνική υπόθεση.
Οι προφητείες που αποδίδονται στον Άγιο, δε γράφηκαν από τον ίδιο, ούτε ειπώθηκαν ξεχωριστά και μεμονωμένα, αλλά αναφέρονταν πάντα κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας που πραγματοποιούσε, στις διάφορες περιοδείες του. Αρκετές απ’ τις προφητείες αυτές, καταγράφηκαν από διάφορους λόγιους ή και ιερωμένους της εποχής εκείνης, υπό μορφή σημειώσεων στα περιθώρια διαφόρων εκκλησιαστικών βιβλίων, τις οποίες βρήκαν και δημοσίευσαν κατοπινοί λαογράφοι, ερευνητές.
Ίσως να βρίσκονται ακόμη κάποιες σημειώσεις καταχωρημένες σε παλιά βιβλία και περιμένουν καρτερικά αυτόν που θα τις ανακαλύψει και θα τις αποκαλύψει στο ευρύ κοινό.
Αλλά και η κατά τόπους προφορική παράδοση, διέσωσε αρκετές πληροφορίες για τον Άγιο, ο οποίος ήταν κοσμαγάπητος από τους απλούς Έλληνες που άκουγαν τις διδαχές του.
Περιστατικά που αναφέρονται στον Άγιο Κοσμά, πέρασαν από στόμα σε στόμα κι από γενιά σε γενιά κι έφτασαν μέχρι σήμερα αλώβητα στα δικά μας τα αυτιά.
Έτσι σήμερα δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως το κεφάλαιο που αναφέρεται στον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, έχει ολοκληρωθεί πλήρως, αφού ολοένα έρχονται στην επιφάνεια θαμμένες πτυχές απ’ την πολυσήμαντη και πολυδιάστατη ιεραποστολική του δράση.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Κωνσταντίνος το κοσμικό όνομα του Αγίου. Κώνστας κατά την τοπική ντοπιολαλιά και την καταγραφή των πρώτων βιογράφων του. Γεννήθηκε το 1714 στο Μεγάλο Δέντρο της ορεινής Αιτωλίας.
Ο πατέρας του, καταγόμενος από το Γραμμένο της Ηπείρου, είχε καταφύγει στην ορεινή Αιτωλία, κυνηγημένος απ’ τους Τουρκαλβανούς κι ασκούσε το επάγγελμα του υφαντή.
Αρχικά οι γονείς του εγκαταστάθηκαν στο χωριό Ταξιάρχες, όπου εκεί γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, ο Χρύσανθος. Στη συνέχεια μετακόμισαν στο χωριό Μέγα Δέντρο, που απέχει περί τα δύο χιλιόμετρα απόσταση από τους Ταξιάρχες και βρίσκεται πλησίον της κωμόπολης Θέρμο της επαρχίας Τριχωνίδας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Εκεί στο χωριό Μέγα Δέντρο της ορεινής Αιτωλίας γεννήθηκε ο Κώστας.
Στα πρώτα παιδικά του χρόνια ασχολήθηκε με την υφαντική, εργασία την οποία έκαναν οι γονείς του, και διάφορες άλλες οικογενειακές ασχολίες.
Σε ηλικία οκτώ ετών, στάλθηκε απ’ τους γονείς του, για να μάθει γράμματα, στη Σεγδίτσα Παρνασίδος κοντά στον ιεροδιδάσκαλο Γεράσιμος Λύτσικας, και ο μικρός ακόμη Κώστα μαθήτευσε περί τα δέκα χρόνια κοντά στο σοφό διδάσκαλο.
Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στη σχολή της μονής της Αγίας Παρασκευής στα Βραγιανά των Αγράφων. Και μετά από δύο χρόνια διορίστηκε ως υποδάσκαλος στο Ελληνικό σχολείο που υπήρχε στα Λομποτινά[2], όπου δίδασκε ο ιεροδιάκονος Ανανίας, ο επονομαζόμενος Δερβισάνος, εξ Ηπείρου καταγόμενος, μαθητής κι αυτός του Γεράσιμου Λύτσικα.


Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΗ ΦΩΚΙΔΑ

Η πρώτη παρουσία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού στα χώματα της Φωκίδας, είναι αυτή που σημειώνεται απ’ τους ιστοριογράφους πως σε ηλικία οκτώ ετών στάλθηκε απ’ τους γονείς του στη Σεγδίτσα Παρνασσίδος για να μάθει γράμματα κοντά στον ιεροδιδάσκαλο Γεράσιμο Λύτσικα.
Στη Σεγδίτσα Παρνασσίδος υπήρχε ο ιεροδιδάσκαλος Γεράσιμος Λύτσικας, κι ο μικρός ακόμη Κώστα μαθήτευσε περί τα δέκα χρόνια κοντά στο σοφό διδάσκαλο.
Η καταγραφή αυτή ανήκει στον Κωνσταντίνο Σάθας. Ο μεγάλος αυτός ιστοριοδίφης του δεκάτου ενάτου αιώνα, σημειώνει για τον Κοσμά τον Αιτωλό: «οκταετής δ’ εστάλη εις Σιγδίτσαν της Παρνασσίδος παρά τω ιεροδιδασκάλω Λύτσικα, υπό τούτον δε μαθητεύσας επί δέκα έτη, επανήλθεν εις την πατρίδα και μετά δύο έτη προσκληθέντος εις το εν Λομποτινά σχολείον του ιεροδιακόνου Ανανίου Δερβισάνου Ηπειρώτου, και μαθητού του άνω Γερασίμου, συμπερελήφθη υπό της κοινότητος και ο Κώνστας ως υποδιδάσκαλος»[3] Στηρίζει δε την πληροφορία αυτή ο Σάθας, όπως ο ίδιος αναφέρει, στις τοπικές παραδόσεις, χωρίς να διευκρινίζει αν πρόκειται για παραδώσεις που αφορούν τη Σεγδίτσα ή την Άνω Χώρα (Λομποτινά ακόμα).
Δεδομένου ότι την εποχή της καταγραφής του Σάθα, δηλαδή στα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα, ο μοναδικός δρόμος που συνέδεε το Βραχώρι (το σημερινό Αγρίνιο) με το Γαλαξείδι που ήταν τότε το ισχυρότερο λιμάνι της Ρούμελης, περνούσε απ’ τα χωριά της ορεινής Αιτωλίας και Ναυπακτίας, καθώς και ο δρόμος που συνέδεε το Γαλαξείδι με την Ανατολική Ελλάδα περνούσε από τη Σεγδίτσα και οι αποστάσεις Γαλαξείδι – Λομποτινά και Γαλαξείδι – Σεγδίτσα δεν ήταν μεγάλες για την εποχή, γίνεται φανερό, ό,τι ο Σάθας, είχε ιδία αντίληψη για τις τοπικές παραδόσεις τόσο της Σεγδίτσας, όσο και της Άνω Χώρας Ναυπακτίας, οι οποίες διατηρούσαν έντονη την παρουσία του Αγίου.
Προφανώς πρόκειται για παραδόσεις που διατηρούσε η γενιά των αυτήκοων κι αυτόπτων μαρτύρων της ζωής και της δράσης του Αγίου Κοσμά.
Ο ίδιος ο Σάθας σημειώνει χαρακτηριστικά: «Ζωηρά τηρείται μέχρι του νυν η μνήμη του θεσπεσίου ιεροκήρυκος καθ’ όλην την Ελλάδα, και η εκκλησία όντως εκτιμήσασα τους πόνους, τας αρετάς, και το καρποφόρον της διδασκαλίας, εν τη χωρεία των αγίων κατέλεξε τον ιερομάρτυρα Κοσμάν, ισαπόστολον προσαγορεύσασα, και την ημέραν του θανάτου αυτού ως εορτήν θρησκευτικήν θεσπίσασα»[4]
Το ό,τι ο Σάθας είχε συλλέξει πληροφορίες για τον Άγιο, από ανθρώπους που τον είχαν γνωρίσει κι είχαν ακούσει τις διδαχές του, φαίνεται στο σημείο το οποίο αναφέρετε στην αντιμετώπιση που είχε ο Άγιος από το σατράπη της Ηπείρου, τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Στο σημείο αυτό, σημειώνει ο Σάθας «Διάφορα δ’ επεισόδια καταδεικνύοντα την τοιαύτην προς τον άγιον ευλάβειαν της θηριώδους εκείνης ελληνομάστιγος διηγήσατό μοι ο επιζών Αθανάσιος Δοιδωρίκης, είς των γραμματέων αυτού διατελέσας»[5]. Ο Αθανάσιος Λιδωρίκης τον οποίον αναφέρει ο Σάθας, υπήρξε γραμματέας του Αλή Πασά, ήταν μυημένος στη φιλική εταιρεία, συνέβαλε τα μέγιστα κατά την επανάσταση του 1821, ενώ αργότερα διετέλεσε και γραμματέας οικονομικού επί διοικήσεως του πρώτου Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια.
Την καταγραφή του Σάθα, ως προς την εκμάθηση των πρώτων γραμμάτων του Αγίου από τον ιεροδιδάσκαλο Λύτσικα στη Σεγδίτσα Παρνασσίδος, την αξιολογούν κι αναπαραγάγουν όλοι σχεδόν οι μετέπειτα σύγχρονοι βιογράφοι του Αγίου.
Ορισμένοι που δεν την υιοθετούν, είτε αποσιωπούν και παρακάμπτουν το σημείο αυτό, είτε το απορρίπτουν. Όπως ο σύγχρονος βιογράφος του Αγίου, ο Φάνης Μιχαλόπουλος, που κατά τα άλλα, πραγματοποιεί εκτενή και σε βάθος αναφορά στο βίο του Αγίου.
Ο ίδιος ο Μιχαλόπουλος γράφει για το γεγονός: «Άλλοι υποστηρίζουν πως σπούδασε στη Συγδίτσα της Παρνασσίδας, όπως ο Σάθας, και ύστερα δίδαξε ως δάσκαλος στα Λομποτινά. Αλλά στη Συγδίτσα δεν υπήρχε τότε σχολείο, ούτε μπορούσε να λειτουργεί σ’ ένα χωριό με δέκα οικογένειες.»[6]. Λογικές σκέψεις για έναν άνθρωπο που δεν είχε προσωπική αντίληψη για τα τεκταινόμενα στην περιοχή της Σεγδίτσα και την περίοδο της καταγραφής του Μιχαλόπουλου το συγκοινωνιακό δίκτυο της χώρας δεν ευνοούσε την επιτόπια έρευνα για συλλογή και διασταύρωση πληροφοριών σχετικά με το ζήτημα που διαπραγματεύονταν. Έτσι, ήταν εύλογο να διαφύγουν απ’ τη γνώση του σημαντικά στοιχεία που συνθέτουν και επιβεβαιώνουν τις όποιες ελλιπείς πληροφορίες.
Το σημαντικότερο από εκείνα που διέφυγαν απ’ τον Μιχαλόπουλο, είναι η ύπαρξη στη Σεγδίτσα της Ιεράς Μονής της Παναγίας της Τριβολούς που τιμάται στην Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Η ύπαρξη της Μονής σε υψόμετρο χιλίων μέτρων, στην ανατολική πλευρά της Γκίωνας, κοντά στο χωριό Σεγδίτσα, σημερινό Προσήλιο Παρνασσίδος, χρονολογείται απ’ τους βυζαντινούς χρόνους. Πρόκειται για μικρό μεν κτιριακό συγκρότημα, αλλά αξιόλογο σε φήμη και προσφορά μοναστήρι, που ανέδειξε αρκετές αγιασμένες μορφές της Ορθόδοξης Πίστης[7].
Το εσωτερικό του Καθολικού, διακοσμημένο με αγιογραφίες σπάνιας τεχνοτροπίας –τεχνικής Al Fresco- οι οποίες χρονολο-γούνται πολύ πριν το δέκατο όγδοο αιώνα, δεν αφήνει αμφιβολία για το χώρο στον οποίο υπήρχε η πνευματική άνθηση στη Σεγδίτσα, εκείνη την εποχή. Η ύπαρξη διδακτηρίου (σχολής), στην περιοχή της Σεγδίτσας και η εκμάθηση των ιερών γραμμάτων από τον Ιεροδιδάσκαλο Γεράσιμο Λύτσικα, σημειώνεται από τους παλαιούς ιστορικούς μελετητές του δεκάτου ενάτου αιώνα, και ιδιαίτερα από τον Κωνσταντίνο Σάθα, οι οποίοι καταγράφουν τις τότε προφορικές μαρτυρίες και αποτελούν σήμερα πηγές άντλησης ιστορικών γεγονότων. Μαζί με την αξιολόγηση των ευρημάτων, που υπάρχουν ακόμα και σήμερα διάσπαρτα στην περιοχή, τα οποία διασώθηκαν από τη βεβήλωση και τη φθορά του χρόνου, όπως η σπηλιά του Αϊ Θανάση, δυτικά του μοναστηριού, όπου εκεί, σύμφωνα με την προφορική παράδοση λειτούργησε το «Κρυφό Σχολειό» του μονα-στηριού, μας βοηθάνε στην εξαγωγή ασφαλών πια συμπερασμά-των για τα τεκταινόμενα στην περιοχή της Σεγδίτσας.
Σύμφωνα πάντα και με τις ιστορικές καταγραφές, για την εκμάθηση των γραμμάτων στη Σεγδίτσα, προηγήθηκε ο Λόγιος, Ηλίας Λύτσικας, στις αρχές του 18ου αιώνα, όπου κοντά του, μαθήτευσε ο Νικόλαος Λογοθέτης από το Γαλαξείδι. Η συγγενική σχέση του Ηλία Λύτσικα με τον ιεροδιδάσκαλο Γεράσιμο Λύτσικα δεν μας είναι γνωστή. Ήταν αδέλφια; Ή πρόκειται για πατέρα με γιο;
Από πηγές που αναφέρονται στους αγωνιστές του εθνικοαπε-λευθερωτικού αγώνα κατά των Τούρκων, μας γίνεται γνωστό στα 1828 το όνομα Λύτσικας Ηλίας–Γεράσιμος, ως στρατιωτικός ιερέας στα σώματα των διαφόρων οπλαρχηγών, με διαμονή την πόλη των Σαλώνων (Άμφισσα). Η χρονολογική απόσταση, μας επιτρέπει να εικάσουμε πως πρόκειται για τον εγγονό του λόγιου του 18ου αιώνα Ηλία Λύτσικα.
Απ’ τις ίδιες πηγές των αγωνιστών του 1821, μας γίνονται γνωστά τα ονόματα κι άλλων μελών της οικογένειας Λύτσικα, όπως, ο Γεώργιος Λύτσικας αξιωματικός 7ης τάξης, ο Δημήτριος Λύτσικας του Ηλία που παρασημοφορήθηκε για την προσφορά του με το Αργυρούν Μετάλλιο του Αγώνα. Ο Ιωάννης και ο Νικόλαος Λύτσικας του Ηλία που παρασημοφορήθηκαν με Χάλκινο Μετάλλιο, ενώ παιδιά ή ανίψια του Ηλία Λύτσικα, εμφαίνονται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα να εξασκούν σημαντικά επαγγέλματα, σε διάφορα μέρη της Ευρώπης, όπως, ο Παναγιώτης Λύτσικας γιατρός στην Αθήνα, ο Ιωάννης Λύτσικας γιατρός στην Κωνσταντινούπολη και ο Αθανάσιος Λύτσικας γιατρός στην πόλη Γαλάζιο της Βλαχίας.
Προσπαθώντας να προσδιορίσουμε ποιες χρονολογικές περίοδοι ο Ιεροδιάκονος Γεράσιμος Λύτσικας και ο λόγιος Ηλίας Λύτσικας, δίδαξαν, πότε στη Σεγδίτσα και πότε στα Σάλωνα (Άμφισσα), δυσκολευόμαστε ν’απαντήσουμε με ακρίβεια. Πιθανόν να ταυτίζονται τα σχολεία των Σαλώνων και της Σεγδίτσας, αναλόγως με το που βρισκόταν κάθε φορά ο δάσκαλος, δεδομένου ό,τι τα Σάλωνα και η Σεγδίτσα απέχουν σχεδόν μια ώρα διαδρομής με τα πόδια. Διαδρομή, πολύ μικρή για την εποχή.
Προφανώς η εκμάθηση των γραμμάτων στη Σεγδίτσα την περίοδο που δίδασκαν οι Λυτσικαίοι, γινόταν στο μοναστήρι και όχι στο προσκύνημα του Αϊ Θανάση, στο οποίο, μάλλον, η εκμάθηση των γραμμάτων, ως «Κρυφό Σχολειό», όπως μας μεταφέρει η προφορική παράδοση, έλαβε χώρα προγενέστερη περίοδο, ή και ενδιάμεση, αναλόγως των συνθηκών που επικρατούσαν κάθε φορά που ξεσπούσε κάποιο κίνημα των Ελλήνων Ραγιάδων.[8]
Όλα αυτά τα ευρήματα στην περιοχή της Σεγδίτσας, το μοναστήρι της Παναγίας, το προσκύνημα του Αγίου Αθανασίου, καταδεικνύουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, πως η καταγραφή του Σάθα, για την εκμάθηση των γραμμάτων του Αγίου Κοσμά από το Γεράσιμο Λύτσικα στη Σεγδίτσα, είναι γεγονός αναμφισβήτητο, αφού στο μοναστήρι της Παναγίας υπήρχε ο εγγράμματος ιεροδιδάσκαλος και η παραμονή, τόσων χρόνων, του μικρού ακόμη Κώστα, σε μοναστήρι, εξυπηρετούσε τις όποιες άμεσες βιοτικές του ανάγκες.
Το μοναστήρι της Παναγίας στη Σεγδίτσα αφιερώθηκε από τους πρόκριτους του χωριού και απ’ τους Βεκίλιδες των Σαλώνων, στα 1820 ως μετόχι στην Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Αιγιαλείας[9]. Από τότε υπάγεται διοικητικά και πνευματικά στην Ιερά Μονή Ταξιαρχών Αγίου και δια μέσου της Μονής «ελέγχετε» απ’ τη Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας. Ίσως για το λόγω αυτό, δηλαδή ότι «υπαγόταν» σε άλλη Μητρόπολη, να επισκιάστηκε κατά κάποιον τρόπο η φήμη και η προσφορά του στην υπόθεση του έθνους και της Ορθοδοξίας, η οποία ήταν μεν σημαντική, αλλά παρέμεινε αποκλειστικά σε στενά τοπικό επίπεδο, αφού μέχρι πρόσφατα δεν είχε βρεθεί νεότερος ιστοριογράφος να καταγράψει και ν’ αναδείξει τα ιστορικά ντοκουμέντα για το μοναστήρι και την περιοχή.
Η περίοδο κατά την οποία ο μικρός ακόμη Κώστας (μετέπειτα Άγιος Κοσμάς) έμεινε στο μοναστήρι της Παναγίας στη Σεγδίτσα, κοντά στο σοφό διδάσκαλο Λύτσικα, δηλαδή, από το 1722 έως το 1732 είναι η πρώτη παρουσία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ως λαϊκός μεν, στη Φωκίδα.
Μετά την εκμάθηση των πρώτων γραμμάτων στη Σεγδίτσα, επανήλθε στην πατρίδα του. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στη σχολή της μονής της Αγίας Παρασκευής στα Βραγιανά των Αγράφων[10]. Μετά από δύο χρόνια διορίστηκε δάσκαλος στο σχολείο που υπήρχε στα Λομποτινά, στο οποίο δίδασκε ο ιεροδιάκονος Ανανίας, ο επονομαζόμενος Δερβισάνος, εξ Ηπείρου καταγόμενος, μαθητής κι αυτός του Γεράσιμου Λύτσικα, όπως αναφέραμε κι πιο πάνω[11].
Περί το 1750-51, ο Κώστας μαζί με τον αδελφό του το Χρύσανθο, μεταβαίνουν στο Άγιο Όρος για να συμπληρώσουν τις σπουδές τους, στη νεοϊδρυθείσα από τον πατριάρχη Κύριλλο Έ Αθωνιάδα Σχολή, κοντά στη Μονή Βατοπαιδίου, όπου εκεί δίδασκαν οι πιο ξακουστοί δάσκαλοι της εποχής, όπως: Ο Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Παναγιώτης Παλαμάς και ο Νικόλαος Τζαρτζούλιος.
Στην Αθωνιάδα, ο Άγιος συμπλήρωσε τις γνώσεις του, απέκτησε ανώτερη για την εποχή μόρφωση καθώς και τ’ απαραίτητα πνευματικά εφόδια για την περαιτέρω πορεία της ζωής του, η οποία έμελλε να γίνει σύμβολο τους ελληνισμού και της Ορθοδοξίας.
Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Αθωνιάδα Σχολή, επήγε στη μονή Φιλοθέου, όπου εκεί, αρχικά «εκάρη» μοναχός. Στη συνέχεια έλαβε το ιερατικό σχήμα και διατέλεσε εφημέριος της Μονής.
Δεν τον ανάπαυε όμως η ζωή στο μοναστήρι. Συνειδητο-ποιούσε τη φρικτή κατάσταση των υπόδουλων Ελλήνων κι αποφάσισε να προσφέρει το κατά δύναμη στους ομοεθνείς του. Σημειώνει έπ’ αυτού ο πρώτος βιογράφος του «Είχε δε πόθο πολύ ο μακάριος εις την καρδίαν του εξ αρχής, έτι κοσμικός όντας, δια να ωφελήσει και τους αδελφούς του χριστιανούς από εκείνα όπου έμαθε. Και πολλάκις έλεγε, πως οι αδελφοί μας χριστιανοί έχουν μεγάλην χρείαν από λόγον Θεού. Και ότι χρέος έχουν εκείνοι όπου σπουδάζουν, να μη τρέχουν εις αρχοντικά και αυλάς μεγάλων και να ματαιώνωσι την σπουδήν τους, δια να αποκτήσουν πλούτον και αξιώματα, αλλά να διδάσκωσι μάλιστα τον κοινόν λαόν, όπου ζώσι με πολλήν απαιδευσίαν και βαρβαρότητα, δια ν’ αποκτήσουν μισθόν ουράνιον και δόξαν αμάραντον.»[12]
Περί το 1758, έφυγε από τη Μονή Φιλοθέου και μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκεί ζήτησε και πήρε ευλογία από τον Πατριάρχη Σεραφείμ Β΄ περί το 1760, για να περιηγηθεί ως ιεροκήρυκας, στην τουρκοκρατούμενη Θράκη- Μακεδονία- Θεσσαλία και Ρούμελη.
Η πρώτη περιοδεία διήρκεσε μέχρι το 1762.
Ο Άγιος πραγματοποίησε τέσσερις εν συνόλω περιοδείες.
Η δεύτερη από το 1763 έως το 1773.
Η τρίτη από το 1775 έως το 1777.
Και η τέταρτη και τελευταία από το 1777 έως το 1779 όπου και το μαρτυρικό του τέλος.
Κατά τη συνήθειά του ο Άγιος, στο σημείο όπου συγκεντρώ-νονταν ο λαός για να τους διδάξει, ζητούσε να φτιάξουν ένα μεγάλο ξύλινο σταυρό το οποίον στερέωναν στο έδαφος. Τοποθετούσε το σκαμνάκι του κάτω απ’ το σταυρό, κι αφού ανέβαινε επάνω στο σκαμνί για να φαίνεται απ’ όλους, μιλούσε στους συγκεντρωμένους με απλή γλώσσα, αλλά με ρητορική δεινότητα που άγγιζε τις καρδιές του απλού κόσμου. Το κήρυγμά του, είχε χαρακτήρα θρησκευτικό και ηθικοκοινωνικό, καθώς επίσης και εθνικό περιεχόμενο. Το τελευταίο, βέβαια, γινόταν με πολύ σύνεση, γιατί τις ομιλίες του τις παρακολουθούσαν και Τούρκοι αλλά και Φραγκολεβαντίνοι πράκτορες του Πάπα, όπως συνέβη στα Επτάνησα οι οποίοι συκοφά-ντησαν και διέβαλαν τον Άγιο στο συντηρητικό αρχοντολόι που δεν ανεχόταν το αληθινό κήρυγμα της ορθοδοξίας και έγιναν επεισόδια κατά την εκεί παραμονή του.
Το κυρίαρχο, βέβαια, του κηρύγματός του, ήταν η Ορθοδοξία: «Εγώ διάβασα – έλεγε- πολλά περί Εβραίων, ασεβών, αιρετικών και άθεων. Τα βάθη της σοφίας ηρεύνησα. Όλες οι πίστες είνε ψεύτικες. Τούτο εκατάλαβα αληθινά. Μόνον η πίστις των Ορθοδόξων είνε καλή και αγία, το να πιστεύωμεν και να βαπτιζώμεθα εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνέυματος..» Αλλά είχε και η εμμονή του στα γράμματα, όπου με τις διδαχές του παρότρυνε τους Έλληνες να στέλνουν τα παιδιά τους να μαθαίνουν γράμματα, για να μπορούν να διαβάζουν τα ιερά βιβλία. Με τις προτροπές του δημιούργησε πάμπολλα σχολεία, σε όλες τις περιοχές απ’ όπου περνούσε.
Με το τέλος της ομιλίας του, ο σταυρός παρέμεινε στο σημείο όπου τον είχαν στήσει οι χριστιανοί, σε ανάμνηση και βεβαίωση της διδαχής του Άγιου Καλόγερου.
Κατά τις περιοδείες του, είναι βεβαιωμένο κι απ’ τις ιστορικές πηγές, πως επισκέφτηκε και δίδαξε σε πολλά ορεινά χωριά της Παρνασσίδος και Δωρίδας και μάλιστα κατά τη διάρκεια της δεύτερης περιοδείας του.
Για την πορεία των περιηγήσεων του Αγίου Κοσμά, γράφει ο Σάθας: «Περιελθών όλας τας νήσους του Αιγαίου πελάγους και διδάξας τους χριστιανούς επανήλθε τω 1775 εις τον Άθωνα και εκεί επ’ ολίγων κηρύξας, απήλθεν εις Θεσσαλονίκην, Βέρροιαν, και πάσαν σχεδόν την Μακεδονίαν διήλθεν. Εκείθεν αδιαλείπτως κηρύτων επροχώρησεν εις την Ήπειρον, και επ’ ολίγον μείνας εν Χειμάρα, κατέβη εις την Αιτωλίαν και Ακαρνανίαν, και δια της Ναυπακτίας ελθών εις Δωρίδα, Παρνασσίδα, Ευρυτανίαν, επανήλθε δια του Βάλτου εις Ήπειρον. Ολίγας δε ημέρας κήρυξας εις Άρταν και Πρέβεζαν, διεπέρασεν εις Λευκάδα, και εκείθεν εις Κεφαλληνίαν.» [13]
Ο ίδιος ο Σάθας, σημειώνει πιο κάτω ακριβή ημερομηνία κατά την οποία ο Άγιος εκφώνησε λόγο στο Γαλαξείδι. Γράφει σχετικά: «Αι διδαχαί του Κοσμά εύρηνται παρά διαφόροις χειρόγραφοι, και μία εκ τούτων εξετυπώθει τω 1865 εν Κέρκυρα υπό τινός φιλευλαβούς. Μία δ’ εξ αυτών εκφωνηθείσα εν Γαλαξειδίω τη 13 Οκτωβρίου 1771 εύρηται χειρόγραφος παρ’ εμοί. Διάφορα δ’ έτερα πονήματα αυτού εύρηται εν μονή του Προυσού, και εν Αθώνι»[14]
Η μαρτυρία αυτή του Σάθα, πως βρήκε χειρόγραφη διδαχή του Αγίου, που εκφωνήθηκε στο Γαλαξείδι το 1771 είναι εξόχως σημαντική για τους Φωκείς, αλλά δυστυχώς, ο ίδιος ο Σάθας δεν την παραθέτει στο πόνημά του.
Το πέρασμα του Αγίου Κοσμά απ’ τα χωριά της Φωκίδος, βεβαιώνεται κι απ’ την προφορική παράδοση. Αποσπάσματα από τις διδαχές και τις προφητείες του Αγίου, μεταφέρθηκαν από στόμα σε στόμα απ’ τους παλιότερους, έφτασαν μέχρι τις δικές μας ημέρες, από ανθρώπους που δε γνώριζαν γραφή κι ανάγνωση, αλλά είχαν ακουστά για τον Άϊ Καλόγερο, που έλεγε, πως θα δεθεί η γη μ’ ένα ράμμα και θα μιλάμε απ’ το ένα άκρο της γης στο άλλο, σα να ήμαστε στο διπλανό δωμάτιο.
Είναι χαρακτηριστικό ακόμη, πως ο τελευταίος καλόγερος στο μοναστήρι της Παναγίας στη Σεγδίτσας, ο Χρύσανθος Λάσκος, ο οποίος ήρθε περί το 1928 στη Σεγδίτσα, απεσταλμένος από το μητρικό μοναστήρι των Παμμεγίστων Ταξιαρχών του Αιγίου και παρέμεινε μέχρι το 1942, οπόταν οι Ιταλοί έκαψαν το χωριό και τα κελιά στο μοναστήρι της Παναγίας[15], νουθετούσε του ορεσίβιους χωρικούς που επισκέπτονταν καθημερινά το μοναστήρι, με πολλές απ’ τις διδαχές του Αγίου Κοσμά, γεγονός που φανερώνει τη διαχρονική απήχηση που είχε η διδασκαλία του Αγίου και το επίκαιρο, πάντα, του Ορθόδοξου μηνύματος.

Η ΝΕΟΤΕΡΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΗ ΦΩΚΙΔΑ

Στις μέρες μας, η παρουσία του Αγίου Κοσμά κατέστη πλέον διαρκείς στη Φωκίδα, με την ανέγερση τεσσάρων Ναών επί τιμή και μνήμη του «Αγίου πατρός Κοσμά του Αιτωλού».
Τη δεκαετία του 1990 υπηρετούσε ως Ιεροκήρυκας στην Ιερά Μητρόπολη Φωκίδος, ο νυν Μητροπολίτης Γόρτινος & Μεγα-λοπόλεως κ. Ιερεμίας Φούντας. Όντας φωτισμένη μορφή της Ορθοδοξίας μας, πρωτόδε την αναγκαιότητα ανέγερσης θρησκευτι-κών μνημείων στη Φωκίδα στη μνήμη του Αγίου Κοσμά, αρχικά στο χώρος της Ιεράς Μονής στη Σεγδίτσα Παρνασσίδος, καθώς και σε ύψωμα δυτικά της πόλεως της Άμφισσας.
Το 1982 πρωτοστατούντος του ιδίου ιεροκήρυκα, ιδρύθηκε στην Άμφισσα φιλανθρωπικός Σύλλογος με την επωνυμία «Ορθόδοξος Χριστιανικός και Φιλανθρωπικός Σύλλογος Νέων Αμφίσσης - ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ». Ήταν η πρώτη φορά, μετά από τόσα χρόνια, που ακουγόταν στη Φωκίδα, από κάποιον φορέα, επίσημα το όνομα του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, δηλαδή στα μέσα της δεκαετίας 1990-2000 ξεκίνησαν ενέργειες για την ανέγερση τριών Ναών στην Παρνασσίδα, στη μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, σχεδόν ταυτόχρονα και οι τρις και χωρίς να υπάρχει καμία προσυνεννόηση των συντελεστών που πρωτοστάτησαν γι’ αυτό το σκοπό.

ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ
ΣΤΗΝ ΑΡΓΟΣΤΗΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ


Με ενέργειες της κοινότητας Δροσοχωρίου και πρωτοστα-τούντος του τότε προέδρου κ. Δημητρίου Σανιδά, ανεγέρθηκε ο πρώτος Ναός, στις δυτικές παρυφές του Παρνασσού στη θέση «Αργοστήλια» πλησίον του χωριού Δροσοχώρι (ή Κολοβάτα), σε υψόμετρο 1700μ. όπου υπάρχει το μεγάλο ομώνυμο οροπέδιο.
Ο πετρόκτιστος Ναός είναι τύπου μονόκλιτης βασιλικής άνευ τρούλο, με κεραμοσκεπή. Το υπερυψωμένο πετρόκτιστο κωδωνο-στάσιο, πάνω ακριβώς από την κεντρική είσοδο, φιλοξενεί το σήμαντρο που καλεί τους πιστούς Χριστιανούς σε σύναξη και συμμετοχή στη θεία ευχαριστία. Μπροστά απ’ την είσοδο της εκκλησίας υπάρχει ανοικτό εφαπτόμενο στέγαστρο (υπό τύπου νάρθηκα) για να προστατεύει τους προσερχόμενους οι οποίοι θέλουν να ανάψουν ένα κερί στη μνήμη του Αγίου και υπέρ υγείας των συγγενών και φίλων, αλλά και υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των προσφιλών τους ατόμων.
Η κατασκευή του όλου οικοδομήματος έγινε από συνεργείο κτιστάδων Ορθοδόξων Χριστιανών, αλβανικής καταγωγής, οι οποίοι δούλεψαν την πέτρα με πολύ κέφι και μεράκι, παραδίδοντας στους ευσεβείς Χριστιανούς της περιοχής (κι όχι μόνο) ένα καλαίσθητο θρησκευτικό μνημείο, όπου εκεί κάθε χρόνο στις 23 και 24 Αυγούστου λατρεύεται ο Τριαδικός Θεός και τιμάτε η μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Με το τέλος της πανηγυρικής θείας λειτουργίας, ακολουθεί γιορτή με χορούς και δημοτικά τραγούδια σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα έθιμα του τόπου μας.
Ο εκλεκτός μου φίλος Δημήτριος Σανιδάς στο διήγημά του «Αργοστήλια του Παρνασσού – το αποκούμπι του νου και της ψυχής» γράφει χαρακτηριστικά: «Εκεί ψηλά στο όμορφο οροπέδιο του Παρνασσού στην Αργοστήλια, μας οδήγησαν τα βήματά μας και η αγάπη για τον Πατροκοσμά.
Ο ακούραστος αυτός ρασοφόρος υπήρξε ο μεγαλύτερος εκκλησιαστικός ρήτορας. Υπήρξε ένας εμπνευσμένος γλυκόφθογγος και μεγαλόφτερος ποιητής. Υπήρξε ένας Θεόσταλτος σοφός, που έσωσε την Πατρίδα μας από την αγραμματοσύνη και τον εξανδραποδισμό.
Συγκέντρωσε στην Αργοστήλια τους τσοπαναραίους του Παρνασσού στη στρούγκα του Γέρου-Χαστά (Δήμος Παππάς) και τους μίλησε για την Ορθοδοξία μας και για την σκλαβωμένη Πατρίδα μας.
Μπουρλότο έβαλε στις ψυχές των αγράμματων εκείνων προγόνων μας, που τις διδαχές του και τις προφητείες του τις ακούγαμε μικρά παιδιά από τους παππούδες μας και τις κυρούλες μας.
Πως ήτανε δυνατόν να σταθούμε αδιάφοροι μπροστά στη μεγάλη αυτή θρησκευτική και Εθνική φυσιογνωμία, που έσπειρε το σπόρο της λευτεριάς και όπλισε τους μισοτσάρουχους προγόνους μας με πίστη και καρτερία! Εδώ λοιπόν, μέσα στη λάκα που έβαλε το σκαμνάκι του και ανέβηκε επάνω για να τους βλέπει όλους κατάματα, στήσαμε το σπίτι του (Οίκο του Θεού) τον Ιούνιος του 1996 για ν’ απαγγιάζει τις κρύες μέρες του χειμώνα. Εδώ στήσαμε εικονοστάσι μνήμης με θυμιατίρια και καντήλια για σεργανάει η μνήμη μας στα περασμένα.
Καταγράψαμε και ιχνογραφήσαμε ήχους και θυμήσεις, καημούς και παράξενα συναισθήματα την ημέρα που έγιναν τα θυρανοίξια το 1999».[16]


ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΜΦΙΣΣΑ

Η δραστηριότητα του «Ορθόδοξου Χριστιανικού και Φιλα-νθρωπικού Συλλόγου νέων Αμφίσσης ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ» ευαισθητοποιεί την κ. Μαρία χήρα Κων/νου Καλλία η οποία στις 17 Σεπτεμβρίου 1987 με επίσημη δωρεά παραχωρεί στον εν λόγω σύλλογο, αγροτεμάχιο έκτασης 1800 τ.μ. στις δυτικές παρυφές της Άμφισσας, με σκοπό να ανεγερθεί εκκλησία στη μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Με την παραχώρηση της έκτασης τα μέλη του συλλόγου τοποθέτησαν αρχικά ένα μεταλλικό σταυρό ύψους πέντε περίπου μέτρων, (κατά τη συνήθεια του Αγίου) εντός του αγροτεμαχίου και σε περίοπτο σημείο έτσι ώστε να είναι εμφανής σε όλη την πόλη της Άμφισσας και την γύρο περιοχή.
Στης 17 Νοεμβρίου 1997 η Γενική Συνέλευση του συλλόγου απεφάσισε την έναρξη των εργασιών για την ανέγερση του Ιερού Ναού στη μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού και Ιωάννου του Ρώσου, εντός του χώρου του προαναφερθέντος αγροτεμαχίου. Η όλη ενέργεια βρήκε ισχυρή αντίδραση από δημόσια υπηρεσία λόγω περιορισμού από τη Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου Δελφών.
Με ενέργειες των δραστήριο μελών του συλλόγου, πρωτοστα-τούντος του προέδρου κ. Κυριάκου Νίττη, και των μελών: Ανά-ργυρου Ματατάνα, Ανδρέα Μαστρανδρέα, Νικόλαου Σιδηρόπουλο και Σωτηρίας Νίττη, έγινε τελικά εφικτή στις 24 Ιουλίου του 2000, η τοποθέτηση εντός του αγροτεμαχίου, προκατασκευασμένου Ναϊδίου στη μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, στη συγκεκριμένη θέση την οποία είχε υποδείξει αρχικά ο τότε Ιεροκήρυκας και σημερινός Μητροπολίτης Γόρτυνος & Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας Φούντας.
Το Σάββατο 26 Μαΐου 2001 χοροστατούντος του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Φωκίδος κ.κ Αθηναγόρα Ζακόπουλου έγιναν τα θυρανοίξια του Ναού του Αγίου Κοσμά κι ακολούθησε μέγας Αρχιερατικός πανηγυρικός εσπερινός με αρτοκλασία με τη συμμετοχή πλήθους Αμφισσέων, ενώ την επομένη 27 Μαΐου 2001 μνήμη του Αγίου Ιωάννη του Ρώσσου τελέστηκε Όρθρος και Θεία Λειτουργία με τη συμμετοχή επίσης πλήθους κόσμου .
Το σημείο που στήθηκε το εκκλησάκι βρίσκεται στο δυτικό άκρο της πόλης, απέναντι ακριβώς απ’ την αμφιθεατρική Ακρόπολη του κάστρου των Σαλώνων, λίγα μόλις μέτρα πριν προσεγγίσουμε το Βυζαντινό Ναό του Σωτήρος Χριστού, όπου τελούσαν τις λειτου-ργίες τους οι χριστιανοί των Σαλώνων κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, και λίγο παραπάνω απ’ την εκκλησιά της Παναγίας της Λεονταρίτησας.
Πρόκειται για σημείο όπου σύμφωνα με τη συνήθειά του, ο Άγιος Κοσμά συγκέντρωσε τους Χριστιανούς της πόλης των Σαλώνων και των γύρω χωριών, κατά την δεύτερη περιοδεία του (περί το 1771) όπου επισκέφτηκε την περιοχή ως ιεραπόστολος για να διδάξει την πίστη των πατέρων μας στους σκλαβωμένους Έλληνες.
Αφού πρώτα ζήτησε και πήρε την άδεια από το Βοεβόδα των Σαλώνων τον Σελίμ μπέη, που εξουσίαζε- την εποχή εκείνη- ως σαράντα χωριά στην περιοχή. Ζήτησε επίσης την ευχή του επισκόπου Σαλώνων καθώς και την ευχή του Χότζα της πόλης, αφού οι Οθωμανοί είχαν σημαντικό θρησκευτικό έρεισμα κι διέθεταν πέντε τζαμιά για τη λατρεία της πίστη τους.
Ο Άγιος Κοσμάς δίδαξε τους ομόθρησκούς του στο σημείο αυτό που βρίσκεται σήμερα το εκκλησάκι, εκεί λίγο παραπάνω από τη συνοικία Χάρμαινα και λίγο πριν ανηφορίσει για τα ορεινά, εκεί προς τη Σεγδίτσα, σιμά στο μοναστήρι της Παναγίας της Τριβολούς, όπου πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια κοντά στο σοφό διδάσκαλο Γεράσιμο Λύτσικα. Ψηλά, στα γνώριμα τοπία τις Γκιώνας και του Παρνασσού, που τον περίμεναν καρτερικά οι ορεσίβιοι Έλληνες, ν’ αρμέξουν νάματα απ’ τη ψυχή του Αϊ Καλόγερου. Του δικού τους ανθρώπου, που οι διδαχές του, άγγιζαν τα φυλλοκάρδια της ψυχής τους, καθώς οι Τούρκοι τότε, είχαν καταστείλει σχετικά πρόσφατα τις εξεγέρσεις των κλεφταρματολών της Ρούμελης, του Βλαχοθανάση απ’ τη Βουνιχώρα, του Αλέξη Καλόγερου απ’ το Χρισσό, του Κώστα Σούσμανη απ’ το Γαλαξείδι, του Ηλία Βιδαβιώτη, του Μήτρου Δεδούση απ’ την Αγιαθυμινιά, και του Νίκου Μαραβέλη απ’ τη Σεγδίτσα. Καθώς όλα τότε τα έσκιαζε η φοβέρα κι τα πλάκωνε η σκλαβιά, τα παρήγορα λόγια του Αϊ Καλόγερου ήταν η θράκα που σιγόκαιγε και συντηρούσε την ελπίδα για το ποθούμενο.
Σήμερα ο προκατασκευασμένος Ναός του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού και Ιωάννη Ρώσου, που βρίσκεται στις δυτικές παρυφές της Άμφισσας, επενδύθηκε εξωτερικά με πέτρα ακανόνιστου σχήματος, συμπληρώθηκε με εφαπτόμενο κεραμόσκεπο στέγαστρο στην ανατολική και δυτική πλευρά του, ενώ ο περιβάλλοντας χώρος εξωραΐστηκε και διαμορφώθηκε κατάλληλα, χαρίζοντας εξαίσια οπτική αρμονία στο επισκέπτη προσκυνητή.
Κάθε χρόνο με μέριμνα των μελών του «Ορθόδοξου Χριστιανικού και Φιλανθρωπικού Συλλόγου νέων Αμφίσσης ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ» και τη συνδρομή των επιτρόπων και του εφημέριου του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου Αμφίσσης, τελείται στην μνήμη των Αγίων της εκκλησίας μας Ιωάννη Ρώσου και Κοσμά του Αιτωλού κατά την παραμονή (26 Μαΐου & 23 Αυγούστου) Μέγας Εσπερινός μετ’ αρτοκλασίας, ενώ ανήμερα στη μνήμη των Αγίων (27 Μαΐου & 24 Αυγούστου) τελείται ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία, με τη συμμετοχή πλήθος πιστών από την Άμφισσα και τη γύρω περιοχή.

ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ
ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΗΣ ΣΕΓΔΙΤΣΑΣ

Στα 1995 με τις ευλογίες του Μητροπολίτη Καλαβρύτων & Αιγιαλείας κ.κ Αμβρόσιου Λενή, ο γράφων, βρέθηκε ν’ ασχολείται με τα ζητήματα του μοναστηριού της Παναγίας στη Σεγδίτσα, το οποίο υπάγεται μέσου της Ιεράς Μονής Ταξιαρχών στην Μητρόπολη Καλαβρύτων & Αιγιαλείας όπως προαναφέραμε. Μια σειρά σκέψεις τέθηκαν τότε υπ’ όψιν των μελών του εκκλησιαστικού συμβουλίου, για την αναβάθμιση του χώρου του μοναστηριού. Με έντονη επιμονή και παρά τους αρχικούς δισταγμούς της επιτροπής, υιοθετήθηκε η παλιότερη σκέψη του πατρός Ιερεμία Φούντα, για την ανέγερση προσκυνήματος στην μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Η ξεχωριστή επιτροπή που σχηματίστηκε για την ανέγερση του Ιερού Ναού, απαρτιζόταν, εκτός από το γράφοντα που πρωτοστάτησε για το σκοπό αυτό κι από τους εκλεκτούς συχωριανούς, Βασίλειο Μαλάμο, Παναγιώτη Δρίβα και Δήμο Βακλαϊδή. Η μορφή του Βασίλη Μαλάμου ήταν αυτή που σήκωσε, ως επί το πλείστον, στους ώμους της τον συντονισμό των εργασιών για την υλοποίηση του μεγαλόπνοου αυτού οράματος, συνεπικουρούμενος βέβαια, από εκατοντάδες ανώνυμους και επώνυμους ευλαβείς προσκυνητές, που βοήθησαν ποικιλοτρόπως, ώστε να ανεγερθεί περικαλλής Ναός στη μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, εντός του περιβάλλοντα χώρου του μοναστηριού της Παναγίας, σε περίοπτη θέση και πλησίον των εγκαταστάσεων της Μονής, εκεί όπου ο Άγιος έμαθε τα πρώτα του γράμματα.
Πρόκειται για μικρό αλλά επιβλητικό Ναϊδιο, σταυροειδούς τύπου μετά τρούλου, που θεμελιώθηκε το καλοκαίρι του 2001, από τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Ταξιαρχών Αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Πουλή, σε δεσπόζουσα θέση εκατό περίπου μέτρα βορειοανατολικά του Συγκροτήματος του Καθολικού και των κελιών της Μονής κι εντός του περιβάλλοντα χώρου του μοναστηριού, σε υπερυψωμένο χώρο που το καθιστά ορατό σε όλη την περιοχή.
Ο φέρων σκελετός είναι κατασκευασμένος από οπλισμένο σκυρόδεμα, επενδύθηκε εξωτερικά από ειδικευμένο συνεργείο αλβανικής καταγωγής, με πέτρα που συλλέχθηκε από τη γύρο περιοχή, η οποία λαξεύτηκε στο χέρι απ’ τους έμπειρους τεχνίτες και δέθηκε σε αρμονικό σύνολο με το όλο οικοδόμημα. Το εσωτερικό του ναού επιχρίστηκε με αμοκονίαμα και στη συνέχεια έγινε επάλειψη με μαρμαροκονίαμα.
Ο εσωτερικός διάκοσμος του ναού σύμφωνα με την Ορθόδοξη παράδοση, βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Η ξυλογλυπτική παράλληλα με την Αγιογραφία των εικόνων, με παραστάσεις είτε ιερών προσώπων, είτε από τη ζωή του Χριστού, αποτελεί τη βασική διακό-σμηση του ιερού ναού.
Το τέμπλο ή εικονοστάσι, δηλαδή το ξύλινο διάφραγμα που χωρίζει το Άγιο Βήμα από τον υπόλοιπο ναό, έγινε με οικονομική δωρεά των κυρίων Χαράλαμπου Γεροσίδερη και Ιωάννη Σίδερη, παραγγέλθηκε απ’ την επιτροπή του μοναστηριού στο εργαστήριο ξυλογλυπτικής τέχνης των Αδελφών Αμανατίδη στο 10ο Χλμ. Της Εθνική Οδού Θεσσαλονίκης-Καβάλας.
Ο διάκοσμος του τέμπλου αποτελεί μια τεράστια συνεχόμενη σύνθεση που εκτείνεται από τη μια άκρη ως την άλλη κι από το δάπεδο μέχρι πάνω ψηλά σχεδόν μέχρι την οροφή.
Το ξύλο από ατόφιο κορμό φλαμουριάς που εισήχθη από τη Σερβία, μετά από πολυετή φυσική ξήρανση, κόπηκε και τα τεμάχιά του πέρασαν από πλάνη ώστε να είναι ισοπαχή. Στη συνέχεια τα ισοπαχή τεμάχια ξύλου κολλήθηκαν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματιστούν οι ξύλινοι ταμπλάδες, οι κολόνες, οι καμάρες, τα κουτιά και τα υπόλοιπα τμήματα του τέμπλου. Κατόπιν με τον παντογράφο χαράχθηκαν αρχικά οι παραστάσεις και με ειδικό μηχάνημα αφαιρέθηκαν τα μεγάλα κομμάτια του ξύλου, λίγο πριν το χέρι του έμπειρου ξυλογλύπτη επιδοθεί με επιμέλεια στην τελική απόδοση του διάκοσμου.
Η όλη σύνθεση αποτελεί κορυφαίο δείγμα της ώριμης εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής τέχνης, σε Αγιορίτικο λεπτοσκάλισμα με ολόγλυφες παραστάσεις. Στο αριστερό μέρος του τέμπλου, κυριαρχούν παραστάσεις από την Παλαιά Διαθήκη, ενώ στα δεξιά της Ωραίας Πύλης (ή Βημόθυρας) οι παραστάσεις αντλούνται από την Καινή Διαθήκη. Η τεχνοτροπία σε νεοελληνικό «μπαρόκ» (Baroque), με έντονο ανάγλυφο και κενά ανάμεσα στις μορφές, με ελικοειδείς γραμμές και πληθωρική διακόσμηση, εμπλουτισμένη και πλαισιωμένη με πτηνά και καρπούς της γης, δίνεται με απλότητα αλλά με έντονη διάθεση αφηγηματικότητα των θεμάτων που αναπαριστούν και το καθιστούν τυπικό δείγμα κεντητού ή σκαλιστού στον αέρα- όπως λέγεται- τέμπλου.
Η Αγιογράφηση του εσωτερικού του ναού βρίσκεται σε εξέλι-ξη. Ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2005, με αγιογράφο τον τέως Ηγούμενο της Μονής Πάτμου Αμφιλόχιο Καμίτση, ο οποίος επιδόθηκε με πολύ μεράκι κι αγάπη στο έργο της Αγιογράφησης, με παραστάσεις από τη ζωή και το έργο του Αγίου Κοσμά, ώστε να συμπληρωθεί η διακόσμηση του Ιερού Ναού σύμφωνα με την Ορθόδοξη παράδοση.
Στις 27 Αυγούστου 2006 εν μέσω μια λαμπρής θρησκευτικής τελετής, έγιναν τα θυρανοίξια του Ναού, από τον Ηγούμενου της Μονής Παμμεγίστων Ταξιαρχών Αιγιαλείας Αρχιμανδρίτη κ. Καλλίνικο Πουλή, στην οποία συμμετείχαν πολλοί ευλαβείς Χριστιανοί, κυρίως Σεγδιτσιώτες που διαμένουν στην Άμφισσα, αλλά και Αμφισσείς, καθώς και πλήθος κόσμου από τη γύρο περιοχή.
Κάθε χρόνο στης 23 Αυγούστου, παραμονή της μνήμης του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, με φροντίδα της επιτροπής της Ιεράς Μονής της Παναγίας, τελείται στο εκκλησάκι του Αγίου Κοσμά Μέγας Εσπερινός, ενώ την επομένη ανήμερα στη μνήμη του Αγίου, τελείται ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία.


ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ
ΣΤΟ ΣΤΕΝΟ ΔΩΡΙΔΟΣ
[17]

Στην επαρχιακή παραλίμνια οδού περιμετρικά της τεχνητής λίμνης Μόρνου, οκτώ (8) μόλις χιλιόμετρα από την Πεντάπολη, με κατεύθυνση προς το φράγμα της ομώνυμης λίμνης του Μόρνου, σε επιβλητική θέση με την ονομασία «Στενό», συναντάμε το μικρό Ναΐδιο του Αγίου Γεωργίου και Κοσμά του Αιτωλού. Ο Ναός κτίστηκε το 2001 μετά από τάμα της ευλαβούς χριστιανής, Ανδριανής Μαριέλου από το Λιδωρίκι και ανήκει στην ενορία της Ζωοδόχου Πηγής Λιδωρικίου.
Η θέση όπου βρίσκεται ο Ναός, είναι ακριβώς πάνω από το σημείο όπου υπήρχε η μεγάλη τοξωτή πέτρινη γέφυρα, της παλαιάς επαρχιακής οδού Ναυπάκτου-Λιδωρικίου, που αποτελούσε σημείο αναφοράς για τους κατοίκους των γύρω χωριών. Για τη γέφυρα αυτή γίνεται μνεία και στα απομνημονεύματα του στρατηγού Μακρυγιάννη, αφού ήταν το μοναδικό πέρασμα του ποταμού Μόρνου, προς τα χωριά της σημερινή δυτικής Δωρίδας, καθώς και γι’ αυτούς που ταξίδευαν προς την Αιτωλία κι αντίστροφα.
Αδιαμφισβήτητο πρέπει να θεωρηθεί το πέρασμα του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού από την ομώνυμη γέφυρα στο «Στενό», αφού όπως προαναφέραμε ήταν το μοναδικό πέρασμα, από και προς τα χωριά της Αιτωλίας προς την ανατολική Φωκίδα. Ο στρατηγός Μακρυγιάννης, μας πληροφορεί πως τη γέφυρα τη φρουρούσαν Τούρκοι στρατιώτες, οι οποίοι προφανώς ήθελαν να ελέγχουν τη συγκοινωνία της περιοχής. Δίπλα στη γέφυρα υπήρχε από παλιά προσκυνητάρι, αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο. Σήμερα, το στενό αυτό πέρασμα, βρίσκεται καταποντισμένο στα νερά της ομώνυμης τεχνητής λίμνης του Μόρνου.
Με την κατασκευή της τεχνητής λίμνης, δημιουργήθηκε, για τις συγκοινωνιακές ανάγκες, περιμετρικός δρόμος, ο οποίος βρίσκεται σε κάπως ψηλότερο επίπεδο από τη στάθμη της λίμνης. Στο σημείο όπου ο σημερινός δρόμος προσεγγίζει την τοποθεσία «Στενό» επέλεξε η Ανδριανή Μαριέλου για την κατασκευή του Ιερού Ναού. Αφού πήρε την άδεια από τον τότε Δήμαρχο Λιδωρικίου, έκτισε αρχικά μικρό προσκύνημα, το οποίο στην πορεία κρίθηκε πως δεν εξυπηρετούσε στοιχειωδώς τις ανάγκες για τέλεση θρησκευτικής λατρείας, έτσι πριν αυτό αποδοθεί στον ενοριακό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής Λιδωρικίου, η δωρήτρια αποφάσισε την κατασκευή μεγαλύτερου Ναού, τον οποίο έκτισε και εξόπλισε με δικιά της δαπάνη.
Ο Ναός αφιερώθηκε κατ’ επιθυμία της δωρήτριας, στον Άγιο Γεώργιο, αλλά και στον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, με παρότρυνση του τότε εφημέριου Λιδωρικίου Ανδρέα Μανιτάρα, επειδή η μνήμη του Αγίου Γεωργίου εορτάζεται σε Ναό που βρίσκεται μέσα στην πόλη του Λιδωρικίου, όπου ήταν ο πρώτος ενοριακός Ναός της πόλης μετά την επανάσταση του 1821.
Έτσι την ημέρα της μνήμης του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, στο εκκλησάκι στο «Στενό» γίνεται πανηγυρική Θεία Λειτουργία με Αρτοκλασία και στο τέλος υπάρχει κέρασμα για τους πιστούς που παραβρέθηκαν στη Θεία Λειτουργία.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η διαχρονική αξία των διδαχών του Αγίου, μαζί με το τεράστιο έργο που επιτέλεσε ο Άγιος, σε χαλεπούς για το έθνος των Ελλήνων καιρού (πρώτος ο Κοσμάς ονόμασε τους κατοίκους αυτής της γης, Γένος των Ελλήνων), δίκαια απέσπασε την αποδοχή και την εκτίμηση όχι μόνο των Ορθοδόξων Χριστιανών της εποχής του, αλλά και πολλών Τούρκων Οθωμανών.
Ακόμα και σήμερα η μελέτη της ζωής και του θεολογικού έργου του Αγίου, αποτελεί βάλσαμο στη ψυχή και στις καρδιές όλων μας. Πάντα επίκαιρο το γνήσιο μήνυμα της Ορθοδοξίας που δίδασκε ο πατροκοσμάς, παραμένει ο φωτεινός σηματοδότης της ζωής, που καθοδηγεί τον τρόπο σκέψης, τις πράξεις μας, και τις αντιδράσεις μας μέσα στο κοινωνικό σύνολο.
Η παράλληλη δραστηριότητα, που αναπτύχθηκε στην Παρνα-σσίδα, χωρίς καμία προσυνεννόηση, στα μέσα της δεκαετίας του 1990-2000 κι η οποία ολοκληρώθηκε με την ανέγερση τεσσάρων Ναών στη μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, μου δίνει σήμερα το ερέθισμα να υποθέσω πως τίποτα δεν είναι τυχαίο. Η μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ήταν, είναι και θα παραμείνει πλέον ακέραια, στους Φωκείς και ιδιαίτερα στους Παρνασσιδείς που τόσο ευλαβούνται την Αγία αυτή μορφή της Ορθοδόξου Πίστης μας.
ΠΗΓΕΣ – ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

1. Προφορική Παράδοση
2. Κωνσταντίνου Ν. Σάθα «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ- ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΙ ΤΩΝ ΕΝ ΤΟΙΣ ΓΡΑΜΜΑΣΙ ΔΙΑΛΑΨΑΝΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ- ΑΠΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑΣ (1453-1821) – ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1868 – ΕΚ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ ΑΝΔΡΕΟΥ ΚΟΡΟΜΗΛΑ»
3. Φάνη Μιχαλόπουλου «ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ 1714-1779 – Έγραψε Φάνης Μιχαλόπουλος – Αθήναι απμ΄»
4. Ευθυμίου Χ. Ταλάντη «ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΣΤΗ ΣΕΓΔΙΤΣΑ – ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΤΡΙΒΟΛΟΥ- ΑΜΦΙΣΣΑ 1997»
5. Ευθυμίου Χ. Ταλάντη «ΙΕΡΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΤΗ ΣΕΓΔΙΤΣΑ ΠΑΡΝΑΣΣΙΔΟΣ- ΑΜΦΙΣΣΑ 2006»
6. Επισκ. Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου Μητροπολίτου Φλωρίνης «ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ» Εκδόσεις Ορθόδοξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο ΣΤΑΥΡΟΣ» -Αθήνα 1971
7. Ιωάννου Β. Μενούνου «ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ ΔΙΔΑΧΕΣ- Φιλολογική μελέτη- Κείμενα –Εκδόσεις ΤΗΝΟΣ»
8. Αρχ. Χαραλάμπου Δ. Βασιλόπουλου «ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΟΛΟΣ Ο ΕΛΛΗΝ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ- ΑΘΗΝΑΙ 1961
9. Αρχ. Χαραλάμπου Δ. Βασιλόπουλου «Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ - ΑΘΗΝΑΙ 1955
10. ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ 7ος ΤΟΜΟΣ – ΑΘΗΝΑΙ 1965
11. Δημητρίου Τσάκωνα «Η ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΑ ΑΙΤΩΛΟΥ» Ανάτυπο εκ του Η΄ Τόμου του Περ. «ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ» ΙΩΑΝΝΙΝΑ 1959
12. Φωτίου Γ. Οικονόμου «Ο ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΑΥΤΟΥ (1714-1779)» ΑΘΗΝΑΙ 1976.
13. ΚΩΣΤΑ ΧΡ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ «Ο ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑΣ ΣΤΟ ΠΕΤΡΟΧΩΡΙ ΤΗΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ» Ανάτυπο από το περ. ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ τευχ. 309 Μάρτιος 1995.
14. Άνθη Βέργη (ΚΩΣΤΑ ΧΡ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ) «Ο ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ» Ανάτυπο από το περ. ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ ΑΥΓ.-ΣΕΠ. 1996.
15. Άνθη Βέργη (Κώστα Δημητρίου) «Ο ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ» Περιοδικό ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1996
16. Άνθη Βέργη «Κοσμάς ο Αιτωλός – Ο Άγιος των Ελληνικών σχολείων – Μικρό ανθολόγιο απ’ τη ζωή και το έργο του» Αθήνα 1999
17. ΦΩΚΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ της ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΦΩΚΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ – ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ – ΑΜΦΙΣΣΑ 1979
18. ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗ – ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟΝ – ΤΟΜΟΣ 8 Σελίδα 60 – ΑΘΗΝΑ 1930
19. Ο Σύμβουλος των Νέων – ΝΕΑ ΠΑΙΔΙΚΗ & ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ – Τόμμος Δ΄ - Εκδόσεις «Ο.Ε.Ε ΑΤΛΑΣ» Σελίδα 125
20. Τιμόθεου Κ. Κιλίφη «Φωτιά Ζωής κι Ελευθερίας – ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ- ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ- ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
21. Ιωάννου Δημ. Ζουμά Αμφισσέως Γυμνασιάρχου ε.τ. Τα Σχολεία κατά την τουρκοκρατίαν εις την περιοχήν Σαλώνων (Αμφίσσης) – ΕΚΔΟΣΙΣ: Διαχειριστική Επιτροπή Κληροδοτήματος Νικ. Γιαγτζή και Δήμος Αμφίσσης – Άμφισσα 2001 μ.Χ.
22. Σάθα Κωνσταντίνου, ΧΡΟΝΙΚΟΝ ΑΝΕΚΔΟΤΟΝ ΓΑΛΑΞΕΙΔΙΟΥ – Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΜΦΙΣΣΗΣ, ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ, ΓΑΛΑΞΕΙΔΙΟΥ, ΛΟΙΔΟΡΙΚΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΧΩΡΩΝ. Αθήνα 1865
23. περ. «Σελίδες απ’ τη Φωκίδα» τεύχος 118, Απρίλιος-Ιούνιος 2006
24. Πέτρου Καλονάρου «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΑΜΦΙΣΣΗΣ» Απόδοση: Κων/νας Βάρσου. Έκδοση Συλλόγου Απανταχού Αμφισσέων ΤΑ ΣΑΛΩΝΑ. Άμφισσα 1997.

[1] Ο Κορμός του πονήματος αυτού, αποτέλεσε ομιλία του γράφοντος σε εκδήλωση που διοργάνωσε η Ομοσπονδία Συλλόγων Παρνασσίδας, προς τιμή ιστορικής και πατριωτικής μνήμης στον Αγίου Κοσμά τον Αιτωλό, με θέμα «Κοσμάς ο Αιτωλός ο Ρουμελιώτης Ιεραπόστολος, Εθναπόστολος Μάρτυρας και Άγιος στη Φωκίδα και στην Εθνική Επικράτεια». Η ομιλία πραγματοποιήθηκε την 29η Νοεμβρίου 2006 στην αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου Ρουμελιωτών στην Αθήνα.

[2] Σημερινό χωριό, Άνω Χώρα Ναυπακτίας.
[3] Κων/νου Ν. Σάθα «Νεοελληνική Φιλολογία- Βιογραφίαι των εν τοις Γράμμασι Διαλαψάντων Ελλήνων- από της Καταλύσεως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι της Ελληνικής Εθνεγερσίας (1453-1821) – εν Αθήναις 1868 – εκ της Τυπογραφίας των τέκνων Ανδρέου Κορομηλά», σελ. 487
[4] Κων/νου Ν. Σάθα, όπ.π., σελ. 490
[5] Κων/νου Ν. Σάθα, όπ.π., σελ. 491
[6] Φάνης Μιχαλόπουλος «Κοσμάς ο Αιτωλός 1714-1779 – Έγραψε Φάνης Μιχαλόπουλος – Αθήναι απμ΄», σελ. 17
[7] Ευθυμίου Χ. Ταλάντη «Το Μοναστήρι στη Σεγδίτσα – Παναγία η Τριβολού- Άμφισσα 1997»
[8] Ευθυμίου Χ. Ταλάντη «Ιερό Προσκύνημα Άγιος Αθανάσιος στη Σεγδίτσα Παρνασσίδος- Άμφισσα 2006», σελ. 45,46
[9] Ευθυμίου Χ. Ταλάντη, Το Μοναστήρι στη Σεγδίτσα κλπ όπ.π.. Ανέκδοτο έγγραφο για την αφιέρωση του μοναστηριού, σελ. 76
[10] ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ 7ος Τόμος, σελ. 894 & Αρχ. Χαραλάμπου Δ. Βασιλόπουλου «ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός και το Έργον του - Αθήναι 1955, σελ. 9
[11] Κων/νου Ν. Σάθα, όπ.π., σελ. 487 & Ιωάννου Β. Μενούνου «Κοσμά του Αιτωλού Διδαχές- Φιλολογική μελέτη- Κείμενα –Εκδ. Τήνος», σελ. 19
[12] Επισκ. Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου Μητροπολίτου Φλωρίνης «ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ» Εκδόσεις Ορθόδοξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος Ο ΣΤΑΥΡΟΣ Αθήνα 1971, σελ. 52
[13] Κων/νου Ν. Σάθα όπ.π., Σελίδα 488
[14] Κων/νου Ν. Σάθα όπ.π., Σελίδα 491
[15] Ευθυμίου Χ. Ταλάντη, «Σεγδίτσα 1942 - Το Πρώτο Μαρτυρικό Χωριό Της Ρούμελης -Άμφισσα 2001», σελ. 33
[16] Δημητρίου Σανιδά, Η Αργοστήλια του Παρνασσού – Το αποκούμπι του νού και της ψυχής, περ. «Σελίδες απ’ τη Φωκίδα», (2006), τευχ. 118, σελ. 20
[17] Οι πληροφορίες για την ανέγερση της εκκλησίας αυτής, προέρχονται από μαρτυρία του Ιερέα Ανδρέα Μανιτάρα, ο οποίος ως εφημέριος τότε του Ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής στο Λιδωρίκι, καθοδήγησε πνευματικά την Κτήτορα του Ναού στην επιθυμία της για την εκπλήρωση του τάματος.

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ


Δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό «ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΕΣ» (αρ. τευχ. 172 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010) της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών

Γράφει ο: Ευθύμιος Χαρ. Ταλάντης

«Τον λόγον είδωλον είναι των έργων.
(Ο λόγος είναι η εικόνα των έργων)»
ΣΟΛΩΝ


Λογοτεχνία!
___ Η τέχνη του λόγου; ή και ο λόγος της τέχνης! «This is a question»! όχι ακριβώς, ωσάν να λέμε «to be or not to be»! αλλά σαν να λέμε «Η τελεία των τελείων ατέλεστος τελειότης»!
___ Δε γνωρίζω κατά πόσο και σε ποιο βαθμό έχει απασχολήσει -αρκετούς από μας- το ερώτημα, τι ουσιαστικά είναι λογοτεχνία; Ή τουλάχιστον τι αντιπροσωπεύει ο όρος, για το άτομο που ενασχολείται καταγράφοντας σκέψεις, η αποτυπώνοντας παραστάσεις, ή κι αν θέλετε, για το άτομο που απλώς προβληματίζετε πέραν των όποιων βιοποριστικών ζητημάτων, βάζοντας απλά ή και συνθετότερα διλήμματα για διερεύνηση.
___ Ίσως να θεωρηθεί κοινότυπο ή και αφελές το ερώτημα μου. Ωστόσο όμως έστω και ρητορικά, δεν πρέπει να μας διαφεύγει, πως απ’ τα ερωτήματα που έθετε διαχρονικά ο άνθρωπος -πρωταρχικά στον εαυτό του-, σμίλεψε εκλεπτυσμένο τρόπο σκέψης.
___ Πολλοί ίσως προτρέξουν να απαντήσουν με τη ψυχρή λογική ενός λεξικογράφου. Ο Μπαμπινιώτης σ’ αυτή την περίπτωση θα ’χει την τιμητική του!
___ Ας υποθέσουμε πως παραδεχόμαστε αυστηρά και μόνο ό,τι λογοτεχνία είναι η καλλιέργεια του έντεχνου λόγου και μάλιστα του γραπτού λόγου. Είτε ποιητικού, είτε πεζογραφία!
___ Σ’ αυτή την περίπτωση ας διερωτηθούμε, θα μπορούσε άραγε να θέσει κανείς όρια και κανόνες για το γλωσσικό σχηματισμό που πρέπει να χρησιμοποιεί για να εκφραστεί;
___ Αν ναι, τότε η ελεύθερη ποίηση χωρίς μέτρο και κανόνες, πρέπει να τεθεί υπό αμφισβήτηση, αν πρόκειται για ποιητικό λόγο, ή είναι ένα είδος ελεύθερης πεζογραφίας και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ανάλογα.
___ Αν όχι, δηλαδή, πως δεν είναι απαραίτητο να υπάρχουν όρια και κανόνες για το γλωσσικό περιεχόμενο στον παραγόμενο λόγο, τότε δεν μιλάμε για καλλιέργεια έντεχνου λόγου, αλλά για καλλιέργεια έντεχνης έκφρασης. Γιατί στο λόγο, εκτός από τα αυστηρά γραμματικά κριτήρια, «επιβάλλεται» να εναρμονίζεται η αισθητική των λέξεων και των εννοιών. Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή των μη κανόνων, η χρήση μικτής γλωσσικής έκφρασης, περίπου κάτι σαν αυτό που χρησιμοποίησα στην αρχή του κειμένου, είναι παραδεκτή, διαφορετικά πρέπει να θεωρηθεί ως απαράδεκτη.
___ Είναι βέβαιο, πως η σκέψη δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι, ένα στατικό φαινόμενο που απλώς αναμοχλεύει τις γνώσεις και τα επιτεύγματα του παρελθόντος. Παρά ταύτα, η εκφραστική απόδοση της σκέψης πρέπει να υπηρετεί πρωτίστως τη γλωσσική αποτύπωση και αισθητική, διαφορετικά οικοδομούμε χωρίς θεμέλια.
___ Όταν απουσιάζει η αισθητική εναρμόνιση των λέξεων και των εννοιών, όπως στα λεγόμενα Γκρίκλις (Griklis ή Greeklish, ή σπανιότερα, Εllinika), πολύ δε περισσότερο όταν στο κείμενο, οι λέξεις και οι έννοιες εξυπηρετούν την αντιαισθητική έκφραση και την υποτέλεια στην ανηθικότητα, τότε, όσο και να πασχίζουν κάποιοι να θεωρηθούν τους εαυτούς τους πως υπηρετούν τη σύγχρονη λογοτεχνική έκφραση, «πλανώνται πλάνην οικτρά».
___ Να δούμε όμως, αν ως λογοτεχνία, υπηρετούμε και το λόγο της τέχνης. Εν προκειμένω, ένας πίνακας ζωγραφικής ή ένα γλυπτό, ή οτιδήποτε διεγείρει την αισθητική έκφραση με αναπαραγωγή σκέψης και λογικών συνειρμών, είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτό και ως «ο λόγος της τέχνης».
___ Με αυτή τη διαπίστωση θα μπορούσαμε να παραδεχθούμε πως σ’ όλες τις εκφάνσεις νοηματικών διεργασιών, έχουμε λιγότερο ή περισσότερο, λογοτεχνική απόδοση!
___ Η ελευθερία στη γραπτή ή παραστατική αποτύπωση των σκέψεων, ως τρόπος επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, αλλά και ως διαχρονική παρακαταθήκη στην επικοινωνία του ατόμου που εκφράζετε, με τις επερχόμενες γενιές, είναι στοιχεία πολιτισμού, που εν πολλοίς, αυτοπροσδιορίζουν τον εκφραζόμενο.
___ Ο λόγος πρέπει να γίνεται κυρίαρχος όχι μιας εκοσμικευμένης ηθικής, αλλά να υπηρετεί διαχρονικές αξίες κι ανώτερα πνευματικά ιδεώδη που χαλιναγωγούν ορμέφυτα πάθη.
___ Αν διερωτηθεί κανείς γιατί τόσος προβληματισμός; Δεν έχει παρά να σκύψει βαθειά μέσα του, ώστε να ανιχνεύσει τους στόχους που θέτει, ή ακόμα και το τι εξυπηρετεί, -θελητά ή αθέλητα- κάθε φορά που εκφράζεται και προ πάντων πριν παραδώσει το έργο του στη δημοσιότητα!!.